Συμβολή του Γιώργου Καραμπελιά στο διάλογο
ενόψει της Συνδιάσκεψης της Κίνησης Πολιτών Άρδην (26-28 Οκτωβρίου 2013)
Ένας παράγοντας που ερμηνεύει εν πολλοίς την αδυναμία της Αριστεράς, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και, ακόμα περισσότερο, του ΚΚΕ, να προσελκύσει την πλειοψηφία των χειμαζόμενων Ελλήνων πολιτών είναι η άρνησή της –διακηρυγμένη στην περίπτωση του ΚΚΕ και σιωπηρή στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ– να καταγγείλει την κλεπτοκρατία και τη διαφθορά ως έναν από τους αποφασιστικούς παράγοντες της κρίσης. Αυτό το γεγονός μάλιστα εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και την ελκυστικότητα σχημάτων όπως οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» ή, ακόμα περισσότερο, η «Χρυσή Αυγή», που ποντάρουν προνομιακά στην καταγγελία της «κλεπτοκρατίας». Ιδιαίτερα μάλιστα για το πιο φτωχά και τα πλέον κατεστραμμένα από την κρίση λαϊκά στρώματα, αυτό το θέμα είναι αποφασιστικής σημασίας αν όχι και πρωταρχικό. Κατά συνέπεια, δεν είναι μόνον η άρνηση του πατριωτισμού και ο εθνομηδενισμός της Αριστεράς που έστειλε ένα σημαντικό κομμάτι των πολιτών προς την ακροδεξιά, αλλά και η άρνησή της να κινητοποιηθεί ενάντια σε ένα από τα πιο διεφθαρμένα και κλεπτοκρατικά πολιτικά συστήματα.
Οι αιτίες γι’ αυτό είναι πολλαπλές. Κατ’ αρχάς, η δογματική καταγγελία του «καπιταλισμού» –ιδιαίτερα του ΚΚΕ–, το οποίο οδηγεί την Αριστερά να αρνείται συστηματικά την καταγγελία της κλεπτοκρατίας και της διαφθοράς την οποία θεωρεί «λαϊκιστική», με το επιχείρημα ότι η διαφθορά δεν είναι παρά μια λογική συνέπεια του καπιταλισμού, τον οποίο και θα πρέπει αποκλειστικά να καταγγέλλουμε. Ο δεύτερος λόγος –και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ, που υποδέχεται και έναν μεγάλο αριθμό προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ συνδικαλιστών και δημοσίων υπαλλήλων– είναι το γεγονός πως θεωρούν ότι η καταγγελία μιας γενικευμένης κλεπτοκρατίας μπορεί να θίγει και ένα μεγάλο αριθμό των ψηφοφόρων τους.