Παραδόξως, ακόμα και αν το τοπίο της δημοτικής αυτοδιοίκησης απειλείται να μεταβληθεί σε «έρημη χώρα» από επί δεκαετιών κυριαρχία του «κράτους των κομμάτων» και της διαπλοκής «χαμηλής έντασης», αλλά και από τον καταστροφικό Καλλικράτη, είναι αλήθεια ότι ο θεσμός βρίσκεται πιο κοντά στις πραγματικότητες της σημερινής Ελλάδας.
Γι’ αυτό και οι προεκλογικοί συσχετισμοί που διαμορφώνονται ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης της 18/25ης Μαΐου 2014 καταγράφουν σε μεγάλο βαθμό την πραγματική πολιτική κατάσταση του τόπου:
- Κατ’ αρχάς, την αποσύνθεση του πολιτικού κατεστημένου και την κατάρρευση των πελατειακών δικτύων που διέθεταν τα άλλοτε κραταιά κόμματα. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι υποψήφιοι που στηρίζει το ΠΑΣΟΚ/Ελιά κρύβουν την πραγματική τους κομματική ταυτότητα, ενώ οι υποψήφιοι της Νέας Δημοκρατίας μεταμφιέζονται σε ανεξάρτητους.
- Ύστερα, τις «χαμηλές πτήσεις» του ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία του να συγκροτήσει συνεκτικά «ψηφοδέλτια νίκης» με σαφείς θέσεις και ιδεολογικο-πολιτικό προσανατολισμό, καταγράφεται στις χαμηλές επιδόσεις των υποψηφίων του σε όλη την Ελλάδα (ελάχιστοι προσβλέπουν πραγματικά στον 2ο γύρο) και επιβεβαιώνει αυτό που φαινόταν εξαρχής, από την πρώτη στιγμή της δημοσκοπικής του έκρηξης: Πέραν όλων των άλλων εξίσου καίριων προβλημάτων, ή μάλλον λόγω αυτών, αποτελεί έναν «εκλογικό γίγαντα» με πήλινα πόδια μέσα στην κοινωνία. Γι’ αυτό και οι δυνάμεις του στην τοπική αυτοδιοίκηση είναι ισχνές – σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν την μεταπολίτευση που οι δήμοι ήταν το προνομιακό πεδίο μιας αριστεράς με πραγματικές ρίζες στα λαϊκά στρώματα.
- Το ίδιο σε μεγάλο βαθμό ισχύει και για τους Ανεξάρτητους Έλληνες, όπου οι δημοτικές εκλογές αποκαλύπτουν τις βαθύτερες αδυναμίες ενός σχηματισμού παραγόντων, χαλαρού, κατά το μάλλον ή ήττον προσωποπαγούς.
- Τέλος, τον γενικότερο πολυκερματισμό, που εκφράζει το «τέλος του παλιού κόσμου», την κατάρρευση των ιδεολογικό-πολιτικών στρατοπέδων αλλά και την αδυναμία συγκρότησης των νέων – φαινόμενα που έχουν ως αποτέλεσμα να βρισκόμαστε μπροστά σε αυτήν την απίστευτη προεκλογική βαβέλ.
Από την άλλη αυτό το αποσυνθετικό σκηνικό δημιουργεί ρήγματα και απελευθερώνει δυνάμεις – συνθήκες που επιτρέπουν σε χώρους σαν τον δικό μας να τολμήσει ένα ποιοτικό άλμα πραγματοποιώντας μια άλλης κλίμακας παρέμβαση. Η οποία, βέβαια, έχει ως κύριο εμπόδιο την μεθόδευση της κυβέρνησης να ελέγξει την κάθοδο των αδέσμευτων/ανεξάρτητων ομαδοποιήσεων μέσω των νόμων, και των εγκυκλίων που ορίζουν πολύ αυστηρές προϋποθέσεις καθόδου στις εκλογές.
Έτσι, αυτή τη στιγμή ο ευρύτερος χώρος που στηρίζει το Άρδην εκφράζεται με ψηφοδέλτια στην Κομοτηνή (Σπάρτακος), στη Θεσσαλονίκη (Μένουμε Θεσσαλονίκη) και την Πάτρα (Κοινοτικόν), ενώ ταυτόχρονα αρκετοί, μέλη και φίλοι του περιοδικού κατεβαίνουν ως υποψήφιοι δήμαρχοι (Ηλίας Γεωργαλής – Δήμος Ξηρόμερου, Γιάννης Τσούτσιας – Δήμος Βριλησσίων) ή δημοτικοί σύμβουλοι (Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης – “Κίνηση Ενεργών Πολιτών Καλαμαριάς”,Νικόλας Δημητριάδης – “Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου”, Αλέξανδρος Νάρης – “Νέα Λάρισα”, Κώστας Σαμάντης – “Πολίτες σε Κίνηση” Υμηττού-Δάφνης, Δημήτρης Παπαμιχαήλ – “Δυνάμεις της Κοινωνίας”, Δήμος Αθηναίων,Δημήτρης Γαλάνης – Συμπολιτεία Ξηρομεριτών, Ξηρόμερο). Παράλληλα δε, σε δεκάδες άλλους δήμους, υπάρχουν ομάδες και κινήσεις πολιτών που ξεφεύγουν από τα συνήθη κομματικά μαντριά και έχουν δημοκρατικό και πατριωτικό πρόσημο. Βεβαίως, αρκετοί από αυτούς έχουν μεγάλη εμπειρία από τον τοπικοαυτοδιοικητικό στίβο –ο Σπάρτακος διέθετε ήδη έναν δημοτικό σύμβουλο από τις προηγούμενες εκλογές, ενώ αυτή τηνφορά «χτυπάει» διψήφιο ποσοστό, ενώ οι Ηλίας Γεωργαλής, Γιάννης Τσούτσιας και Κώστας Σαμάντης μετρούν δεκαετίες ενασχόλησης με την τοπική αυτοδιοίκηση.
Οι παρεμβάσεις και το προφίλ των υποψηφίων κινείται λίγο ως πολύ στο ίδιο μήκος κύματος: Μάχη για τα κεντρικά ζητήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες, σύνδεση των ζητημάτων της καθημερινότητας με τα μεγάλα ζητήματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία, σύγκρουση με το πολιτικό κατεστημένο, επιμονή σε ζητήματα ουσιαστικής δημοκρατίας, έμφαση στην ολική εναλλακτική πρόταση –και βέβαια ύφος που διεκδικεί την συνέχεια του ελληνικού κοινοτικού, αντιστασιακού ήθους.
Στην κορυφή των ζητημάτων, τίθεται εκ των πραγμάτων η γερμανική διείσδυση στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση – και βέβαια για τη Θράκη οι μεθοδεύσεις του τουρκικού προξενείου. Από εκεί και πέρα, το «Μένουμε Θεσσαλονίκη» συγκρούεται με τον «Μπουταρισμό», την πιο εξτρεμιστική εκδοχή της ελληνικής εθελοδουλίας, και θέτει το ζήτημα του ξεριζωμού των νέων γενεών από τη χώρα. Το «Κοινοτικόν» της Πάτρας πραγματοποιεί μια κάθετη σύγκρουση με τα… μακραίωνα πελατειακά δίκτυα της Αχαΐας, ενώ στην Αθήνα, ο αγώνας περνάει μέσα από την υπεράσπιση της γειτονιάς ως κύτταρου (άμεσης) δημοκρατίας, πολιτισμού και ως προπύργιο για την τσακισμένη κοινωνική συνοχή.
Αναμένοντας τα αποτελέσματα, σκεφτόμαστε ότι οι συνθήκες που προέκυψαν σε αυτές τις δημοτικές εκλογές δίνουν για πρώτη φορά την δυνατότητα για μια «καλειδοσκοπική», έστω στοιχειώδη, αλλά πρωτοποριακή εμφάνιση ενός αντιστασιακού πόλου. Μένει να το δούμε εάν αυτή η υπόθεση εργασίας θα επιβεβαιωθεί και στις κάλπες…