Όσοι ζήσαμε τις
πλατείες της αγανάκτησης, από τις οποίες πλημμύρισε η Ελλάδα από το 2010
και μετά, παράλληλα με την αίσθηση ότι τελείωνε με πάταγο η
μεταπολίτευση, μέσα σε μια σαρωτική κρίση που θα μπορούσε να
σηματοδοτήσει την ανανέωση της πατρίδας, είχαμε τρομάξει ταυτόχρονα από
ένα φοβερό κράμα πληβειακής βίας και λούμπεν πολιτικής συμπεριφοράς
που αναδυόταν από αυτές. Αυτό το φοβερό κράμα, που έδωσε σάρκα και οστά
κατά τον μεσοπόλεμο στον φασισμό και τον ναζισμό, αναμειγνύοντας το
σοσιαλιστικό αίτημα με τον ρατσισμό και τον επιθετικό εθνικισμό. Εκείνο
το κράμα που επέλεξε σαν σύμβολό του τη σύνθεση ανάμεσα στην κόκκινη
σημαία της επανάστασης και τον αγκυλωτό σταυρό του αίματος.
Ζούσαμε, χωρίς να το γνωρίζουμε ίσως, τη γένεση, in vivo, ενός αυθεντικού ολοκληρωτικού πρωτοφασιστικού φαινομένου, με την ίδια βούληση για την «υπέρβαση της αριστεράς και της δεξιάς», το μίσος για τους «τραπεζίτες», το κοινοβούλιο και την πολιτική τάξη, την ίδια αγωνιώδη αναζήτηση για έναν «ηγέτη», έναν φύρερ που θα σάρωνε το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα και θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μαζικό φασιστικό φαινόμενο. Και είδαμε αρκετούς μικροφύρερ να κυκλοφορούν στις πλατείες, αναζητώντας ιστορικό ρόλο. Και εμείς οι δημοκράτες αντιμνημονιακοί πατριώτες, προσπαθούσαμε ασταμάτητα να βάλουμε φραγμό στους διάφορους ψευτοφύρερ και τους ναζί και εν μέρει το επιτύχαμε, τουλάχιστον για ένα διάστημα.
Ζούσαμε, χωρίς να το γνωρίζουμε ίσως, τη γένεση, in vivo, ενός αυθεντικού ολοκληρωτικού πρωτοφασιστικού φαινομένου, με την ίδια βούληση για την «υπέρβαση της αριστεράς και της δεξιάς», το μίσος για τους «τραπεζίτες», το κοινοβούλιο και την πολιτική τάξη, την ίδια αγωνιώδη αναζήτηση για έναν «ηγέτη», έναν φύρερ που θα σάρωνε το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα και θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μαζικό φασιστικό φαινόμενο. Και είδαμε αρκετούς μικροφύρερ να κυκλοφορούν στις πλατείες, αναζητώντας ιστορικό ρόλο. Και εμείς οι δημοκράτες αντιμνημονιακοί πατριώτες, προσπαθούσαμε ασταμάτητα να βάλουμε φραγμό στους διάφορους ψευτοφύρερ και τους ναζί και εν μέρει το επιτύχαμε, τουλάχιστον για ένα διάστημα.
Όμως η
ισχύς του φαινομένου, στηριγμενη στην εγκληματική συμπεριφορά των
δανειστών,τον ενδοτισμό των εγχώριων ελίτ και την κοινωνική κατάρρευση,
δεν ήταν δυνατόν να ανακοπεί εντελώς. Και έτσι αυτό το νέο κοινωνικό
φαινόμενο προσέδωσε ήδη τη δύναμη και την ισχύ σε ένα ναζιστικό γκρουπούσκουλο
να γίνει η τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας και, αν δεν είχε βιαστεί
υπερβολικά, θα είχε ίσως εκτιναχθεί ακόμα ψηλότερα. Εξάλλου, δεν
εμποδίστηκε από το διαλυμένο ελληνικό κράτος και τον άθλιο ελληνικό
αστισμό, αλλά από την παρέμβαση των ξένων, εξαιτίας μάλλον της
παρωχημένης παλαιοχιτλερικής και αντιεβραϊκής ιδεολογίας του.
Το
εκηκτικό κοινωνικό μείγμα είναι πάντα εδώ. Και ο πειρασμός του
ολοκληρωτισμού επίσης. Και όχι μόνο στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Πάνο
Καμμένο με τα «στρατά» του, αλλά ίσως και σε πολλούς άλλους. Ήδη, η
επιλογή του δημοψηφίσματος, που διεξάγεται με άσχετη
και ψευδεπίγραφη αιτιολογία και με εντελώς παράνομες προθεσμίες μίας
εβδομάδος, διχάζει στο έπακρο τον ελληνικό λαό και ανοίγει τον δρόμο για
έναν επιπλέον εθισμό στον ολοκληρωτισμό.
Η επικίνδυνη συμπόρευση με τη Χρυσή Αυγή, που επισφραγίστηκε με την απελευθέρωση του Κασιδιάρη, είναι βήμα καθοριστικής σημασίας. Διότι ενώνει για πρώτη φορά σε ένα κοινό μέτωπο δύο «στρατούς». Εκείνον της αριστεράς, με τον μιλιταριστικό βηματισμό των αριστερίστικων και αναρχικών «σχηματισμών», που είχαν αποπειραθεί μια πρώτη πρόβα τζενεράλε τον Δεκέμβρη του 2008 (γι’ αυτό δεν θα συγχωρήσω εύκολα τον Αλέκο Αλαβάνο, που υιοθέτησε τις πρακτικές μιας μηδενιστικής «επανάστασης» και τις κάλυψε από τον ΣΥΡΙΖΑ). Από την άλλη, τα υπνώττοντα, μαυροντυμένα επίσης, τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής, και προφανώς τα τεράστια ποσοστά στήριξης που διαθέτουν στα ΜΑΤ, την Αστυνομία και τους κατώτερους αξιωματικούς. Δεν ισχυρίζομαι ότι έχουν ήδη κοινούς στόχους, ο καθένας δουλεύει για λογαριασμό του, αλλά οικοδομείται ένα εξαιρετικά επικίνδυνο «συνεχές» ολοκληρωτισμού, που δεν προοιωνίζεται τίποτε το θετικό.
Η επικίνδυνη συμπόρευση με τη Χρυσή Αυγή, που επισφραγίστηκε με την απελευθέρωση του Κασιδιάρη, είναι βήμα καθοριστικής σημασίας. Διότι ενώνει για πρώτη φορά σε ένα κοινό μέτωπο δύο «στρατούς». Εκείνον της αριστεράς, με τον μιλιταριστικό βηματισμό των αριστερίστικων και αναρχικών «σχηματισμών», που είχαν αποπειραθεί μια πρώτη πρόβα τζενεράλε τον Δεκέμβρη του 2008 (γι’ αυτό δεν θα συγχωρήσω εύκολα τον Αλέκο Αλαβάνο, που υιοθέτησε τις πρακτικές μιας μηδενιστικής «επανάστασης» και τις κάλυψε από τον ΣΥΡΙΖΑ). Από την άλλη, τα υπνώττοντα, μαυροντυμένα επίσης, τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής, και προφανώς τα τεράστια ποσοστά στήριξης που διαθέτουν στα ΜΑΤ, την Αστυνομία και τους κατώτερους αξιωματικούς. Δεν ισχυρίζομαι ότι έχουν ήδη κοινούς στόχους, ο καθένας δουλεύει για λογαριασμό του, αλλά οικοδομείται ένα εξαιρετικά επικίνδυνο «συνεχές» ολοκληρωτισμού, που δεν προοιωνίζεται τίποτε το θετικό.
Παλαιότερα, μέσα στο κίνημα των αγανακτισμένων και στο αντιμνημονιακό κίνημα συνολικότερα, προσπαθούσαμε να βάλουμε μια διαχωριστική γραμμή
μεταξύ των φασιστών και του κινήματος και συχνά εισπράτταμε, και
μάλιστα σε μαζική κλίμακα, το επιχείρημα πως οι «χειρότεροι φασίστες»
είναι οι «νεοταξίτες» τραπεζίτες, εβραίοι και Γερμανοί, ενώ οι
χρυσαυγίτες είναι καλά παιδιά της χορωδίας. Αυτή η συμπόρευση στο
επίπεδο μιας λουμπενοποιημένης, πληβειακής αντίληψης έλαβε σάρκα και
οστά, ακόμα και στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του 2014, όπου ο Κασιδιάρης ψηφίστηκε από έναν σημαντικό
αριθμό αριστερών πατριωτών και αντιμνημονιακών και είναι βέβαιο πως,
εάν δεν είχε αρχίσει η επίθεση του κράτους εναντίον τους, θα ήταν τώρα
δήμαρχος Αθηναίων, ενώ η Δούρου εξελέγη με τις ψήφους των Χρυσαυγιτών .
Το κράμα ανορθολογισμού, λουμπενοποίησης και αναζήτησης Φύρερ κυριάρχησε στη Γερμανία ως συνέπεια της ήττας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και της επιβολής δρακόντειων όρων πληρωμής αποζημιώσεων στη Γερμανία. Σήμερα, οι Ευρωπαίοι και οι Γερμανοί εφαρμόζουν μια ανάλογη τακτική απέναντι στον ελληνικό λαό. Τι καρπούς ελπίζουν άραγε να δρέψουν;
Πριν ένα ή δύο χρόνια, κατηγορούσαν τον Μπαλτάκο ως τον ενδιάμεσο μεταξύ Σαμαρά και Χρυσής Αυγής. Και σήμερα ακολουθούν τα χνάρια του.
Το κράμα ανορθολογισμού, λουμπενοποίησης και αναζήτησης Φύρερ κυριάρχησε στη Γερμανία ως συνέπεια της ήττας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και της επιβολής δρακόντειων όρων πληρωμής αποζημιώσεων στη Γερμανία. Σήμερα, οι Ευρωπαίοι και οι Γερμανοί εφαρμόζουν μια ανάλογη τακτική απέναντι στον ελληνικό λαό. Τι καρπούς ελπίζουν άραγε να δρέψουν;
Πριν ένα ή δύο χρόνια, κατηγορούσαν τον Μπαλτάκο ως τον ενδιάμεσο μεταξύ Σαμαρά και Χρυσής Αυγής. Και σήμερα ακολουθούν τα χνάρια του.